Υπάρχουν συγκλονιστικές συναισθηματικές περιπέτειες στην πορεία ζωής ενός ανθρώπου. Από παιδί πρέπει να γίνει έφηβος, από έφηβος νέος, και από νέος πρέπει να μεταμορφωθεί σε άντρας.
Όταν σπας το κουκούλι σου και βγαίνεις στην κοινωνία των ανθρώπων, δεν ξέρεις. Το ένστικτό σου διαλέγει για σένα. Από τις 3 Χάριτες, τους απαράδεκτους, τα κακόγουστα χαζοποπ βίντεοκλιπ που προβάλλονταν στο NEW channel που βλέπεις με την μαμά σου την καθυστερημένη, διαλέγεις το διαφορετικό, το ροκ εν ρολ, καθώς μια περίεργη λάμψη το φωτίζει, ένα καθοδηγητικό αστέρι που δεν μπορείς να το ερμηνεύσεις αλλά σαν καλός χριστιανός, με την καλογυαλισμένη στολή του άθεου για να ξεχωρίζει από τους άλλους πιστούς, το ακολουθάς, πιστεύοντας στο θαύμα.
Αλλά στη ψυχή του εφήβου παραμένει η ψυχή ενός μικρού παιδιού. Μαγεύεται από τις εικόνες και όταν έρχεται η σειρά του να μιλήσει, απλά μαϊμουδίζει αυτό που κάνει κάποιος άλλος, έχοντας ωστόσο ένα μυαλό σφουγγάρι και αποστηθίζει σαν άριστο μαθητούδι αυτά που τον μαγεύουν. Άν έχει πορεία, θα πάει στην πορεία για να διαμαρτυρηθεί για αυτά που σου υπαγόρευσε αυτός που επέλεξε να ακολουθήσει σαν μικρός φαντάρος. Αν είναι σε κοινωνική παρέα κάθεται πάντα με αυτούς που τον προστατεύουν ακόμα και αν δεν τον σέβονται, φοβούμενος να κάνει οτιδήποτε άλλο, εγκλωβισμένος σε μια παρέα χαχόληδων αγοριών,ενός αρχιδόκαμπου που γυρνάει το κοντάρι του φραπέ του ενώ μιλά για μπάλα και βιντεοπαιχνίδια αμήχανα. Την ίδια ώρα περνάει μια παρέα από αυτά τα εξωτικά πλάσματα που λέγονται κορίτσια, που καίγεται η ψυχούλα του να τα γνωρίσει από κοντά, να ξεγυμνωθεί μπροστά τους, ενώ ο φόβος με τον ύπουλο μανδύα της συνείδησης δεν του το επιτρέπει. Ο φόβος της έκθεσης είναι μια κλειδωμένη ντουλάπα που κρύβεται ο μπαμπούλας, και αυτός ακόμα είναι παιδί που πιστεύει ότι ο θάνατος είναι κάτι το άγνωστο που ξεπηδάει ορμητικά από μια ντουλάπα που ποτέ δεν τόλμησε να κοιτάξει. Τα πανέμορφα αγγελικά πλάσματα τον προσπερνούν χωρίς να του ρίξουν ένα βλέμμα ενώ η δική του καρδιά σπαρταράει, χτυπά πιο δυνατά και από τραίνο που διαπερνάει έναν στρατό άτολμων κομπάρσων διαμελισμένων στις ράγες του, ενώ συνεχίζει γραφικά να ανακατεύει τον φραπέ του με το κεφάλι κατεβασμένο από ντροπή, ουρλιάζοντας βοήθεια στους τραυματιοφορείς του τραίνου που τον πάτησε μέσα στο κεφάλι του.
Αυτό είχε ως επακόλουθο να απομονωθεί ακόμα περισσότερο στον εαυτό του. Να πιστεύει ότι δεν είναι φυσιολογικός, ότι είναι σκάρτος, ένοχος ενώπιον των φίλων, που δεν του δίνουν και πολύ σημασία. Μόνος έθεσε τον εαυτό του εκτός κάδρου τρέχοντας πίσω από εκείνους, που από την απουσία κάποιου πόνου μετατράπηκαν σε ζόμπι τρέχοντας από το ένα μπαρ στο άλλο σαν πρόβατα από στάνη σε στάνη,δίνοντάς του την ταμπέλα του ανάξιου λόγου, του προβληματικού.
Μέσα στην φυλακή του, δημιούργησε έναν καινούργιο φανταστικό κόσμο. Αυτόν τον κόσμο μια μέρα ήρθαν και τον επισκεύτηκαν οι ήχοι του Μόρρισσευ και της παρέας του. Και ο άδειος κόσμος άρχισε μαγικά να γεμίζει με τις μεθυστικές μελωδίες των smiths. Η επιθυμία άρχιζε να προβάλλεται στους προτζέκτορες του μυαλού του με σάουντρακ τους κοφτερούς στίχους του Μοζ με σκοπό να γίνει κάποια μέρα πραγματικότητα. Το κορίτσι, στην επόμενη σκηνή, τον κοιτάζει με τρόμο και ντροπή. Εκείνη την ώρα πρέπει να εκφραστεί. το παρόν συμβαίνει τώρα και πρέπει να δράσει. να παρουσιάσει τον καλύτερο εαυτό του. Αλλά ποιος είναι ο καλύτερος? ποιος είναι ο εαυτός του? Δεν έχει να πει απολύτως τίποτα. είναι γυμνός για πρώτη φορά στα μάτια ενός ανθρώπου. Η μόνη αλήθεια είναι η αστεία γκριμάτσα της αμηχανίας σου στα χείλια του. Το μόνο που ήθελε να της πει, το μόνο που ήθελες να είσαι, είναι να είσαι κοντά μαζί της 'ναι, μόνο την θέλει'. Και εκείνη την υπέροχη στιγμή, η πίστη σου στην λειτουργία της ομάδας έγινε η πίστη στην μονάδα. Να πεις δυνατά στον εαυτό σου, σε εκείνη, στο σύμπαν, στην πραγματικότητα ότι την επιθυμείς. Το τελευταίο μπιμπίκι της εφηβείας έσπασε και πέρασε στη νεότητα. Ο ομφάλιος λώρος της καθυστερημένης μαμάς κόπηκε μαζί με την αλυσίδα που κλείδωνε την ντουλάπα που κρύβονταν ο μπαμπούλας και τελικά δεν ήταν κανείς σημαντικός που προκαλούσε φόβο.
Αλλά το κορίτσι έχει ήδη φύγει στην αγκαλιά κάποιου που την πρόλαβε πριν από σένα. Σα να πλησιάζεις στο φότο φίνις της κούρσας που οδηγείς πρώτος και λίγο πριν αγγίξεις την κορδέλα, δέχεσαι μια σφαίρα στην καρδιά και ο χρόνος επιβραδύνεται. Καθώς σβήνεις πίσω από τον κόσμο που σε προσπέρασε, παίζει η εικόνα του μυαλού σου το κόψιμο της κορδέλας και τα πανηγύρια μετά. Και την επόμενη μέρα ξυπνάς χαρούμενος πως θα το επαναλάβεις.Γιατί ο μόνος τρόπος να ζήσει κανείς είναι να ποντάρει στην ρουλέτα τον εαυτό του, ακόμα κι αν θα τον χάσει. Η αληθινή έκφραση του εαυτού του σε κάποιον που επιθυμεί είναι μια ασπίδα για την επιβίωσή του. Και οι στίχοι παίρνουν σάρκα και οστά, γίνονται εμπειρίες, εξισώσεις που λύθηκαν για τον ορισμό της ταυτότητας του, τα πρώτα σταθερά βήματα μετά το μπουσούλα, ενός αρπακτικού που θα τρέφεται με τις καρδιές άλλων ανθρώπων. Και όταν οι άλλες θα τρέφονται με την δική του, θα βάλει τις ταινίες και τα βιβλία που διάβασε στην άκρη, για να καταγράψει την δική του ιστορία, αλλά όχι τίποτε παραπάνω από τον δικό του πόνο με τον δικό του τρόπο.
Ο Μόρρισσευ, επισκέπτεται την πόλη του το 2006, ενώ πριν λίγες μέρες σιγοτραγουδούσε το please please please let me get what i want, lord knows it would be the first time, αφού μόλις έχει χάσει αυτό που επιθυμούσε. Αλλά εκείνη την ημέρα, από τις πιο όμορφες στην μέχρι τότε ζωή του, κάτι μαγικό συνέβη και κάθε πόρτα ξεκλειδώνει από μόνη της. Η απώλεια από την απόρριψη, γίνεται γιορτή που χορεύει μεθυσμένος και για πρώτη φορά να μη σκέφτεσαι αν σε κοιτάζει κάποιος. Και οι κοπέλες τα γουστάρουν αυτά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου