Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2012

sweet nights under the dark sky episode #37: alone with the stars





Είχε πάρει την πετονιά του, τα δολώματα του και πήγε την ώρα που έπεφτε ο ήλιος στην μαγική ακροθαλασσιά να ψαρέψει. Έβαλε το σκουλικάκι στο αγκίστρι και το πέταξε στα ρηχά. Το πρώτο δόλωμα του το έφαγαν τα ψάρια. Σκέφτηκε ότι πάντα η πρώτη φορά που επιχειρείς να κάνεις κάτι είναι καταδικασμένη να την φαν τα ψάρια. Αλλά μετά του έφαγαν και το δεύτερο. Και το τρίτο. Δεν το έβαλε κάτω. Σε μια ρίψη μπλέχτηκε η πετονιά στα χέρια του και του τρύπησε το μαγιό. Κάθισε κάτω από τον ξάστερο ουρανό που τον είχε πιάτο και περίμενε με την πετονιά τεντωμένη στη θάλασσα. Η ώρα άρχισε να περνάει και η αποκομιδή του ήταν απογοητευτική. Τα κουνούπια έκαναν πάρτι σε όλα τα ακάλυπτα μέρη του σώματός του. Έπειτα σκέφτηκε ότι οι άλλοι ψαράδες έχουν μεγάλα καλάμια που πάνε μακρύτερα για μεγαλύτερα ψάρια. Στα ρηχά έχει μόνο μικρά, άρα η πετονιά ήταν άκυρη. Τα μικρά ψαράκια του έτρωγαν το δόλωμα επίσης και σκέφτηκε ότι ο υπάλληλος στα είδη αλιείας τον δούλεψε. Ένιωσε τόσο ερασιτέχνης. Έπειτα είχε ξεχάσει και τα φώτα και τον έτρωγαν τα μαύρα σκοτάδια. Αλλά είχε τα αστέρια στο πλευρό του και αυτό του έφτανε για να συνεχίσει. Ήταν πάντα μόνος και είχε μόνο τα αστέρια να τους λέει τον πόνο του. Σκέφτηκε ότι όταν όλα πάνε άσχημα θα έχει πάντα αυτά να μιλάει. Λίγο πριν τελειώσει και το τελευταίο δόλωμα, κάτι άρχισε να κινείται στην πετονιά του. Ένιωθε να είναι κάτι μεγάλο και το τράβηξε με δύναμη. Είδε να ξεπροβάλλει μια ψαρούκλα, αλλά την τελευταία στιγμή πάνω στο κύμα κατάφερε και απαγκιστρώθηκε και βούτηξε πάλι μέσα. Την επόμενη αγόρασε μια βάρκα. Πήγε στα βαθειά. Εκεί που είναι μόνος με τα αστέρια και τα μεγάλα ψάρια.



Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2012

sweet nights under the dark sky episode #36: falling in love with a wild cat

Η πρώτη τους επαφή ήταν αυτή μιας καλομαθημένης γκόμενας που ήθελε να την κεράσει ο άντρας ο άπλας. Είχε και παιδί. Ένα της είχε μείνει από τα 6-7 που γέννησε το καλοκαίρι. Ο γκόμενος δεν την ήθελε νοικοκυρά αλλά ερωμένη έτσι, της είχε πνίξει όλα τα αρσενικά και μερικά θηλυκά, αλλά της έκανε δώρο να της αφήσει ένα θηλυκό για να έχει παρέα όταν θα λείπει-και γιατί όχι-να το πηδήξει κι αυτό όταν ζορίσουν οι μέρες. Εκείνη έγλειψε λίγο το άδειο πιατάκι στο παρτέρι του εξοχικού που είχε να δει ένα χρόνο για να του θυμίσει ότι οι προκάτοχοι του εξοχικού της έδιναν το κατιτίς.  Εκείνος, έχοντας συνδέσει την εν λόγω γάτα με μια συγκεκριμένη γυναίκα που της είχε αδυναμία για λόγους άσχετους της ιστορίας αυτής, όχι μόνο της γέμισε με γκουρμέ κομματάκια κρέατος το πιάτο αλλά άρχισε να την χαϊδεύει καθώς τα καταβρόχθιζε. Αυτή δεν τραβήχτηκε. Τα βράδια  στην αυλή του εξοχικού αυτή, έπαιζε και εκείνος, μεθυσμένος,  την παρατηρούσε στο φωτισμένο πλακάκι να γλύφεται και να τρέχει πέρα δώθε με την κόρη της. Οι μέρες πέρασαν και η γατούλα όλο και συνήθιζε την περίεργη ύπαρξή του γύρω της και τον άφηνε να την χαϊδεύει όλο και συχνότερα. Μια μέρα που τάισε την μικρή, έσπρωξε το κεφαλάκι της γύρω από τα πόδια του και τυλίχθηκε προς στιγμήν σε αυτά. Την έπιασε και αυτή έπεσε κάτω με τα πόδια ανοιχτά παραδόθηκε στα χάδια της κοιλιάς της. Άρχισε να γουργουρίζει. Ήταν το μόνο πλασματάκι που του έδινε εκείνες τις μέρες αγάπη.  Σαν ερωτικό παιχνίδι. Μέχρι και το μωρό άρχιζε να ζηλεύει. Έφτασε η μέρα που έπρεπε να φύγει και σκεφτόταν σοβαρά να την πάρει μαζί του. Να την αρπάξει από τη γούνα, να την βάλει σ'ένα κουτί, να την πάει στον κτηνίατρο και να ξεκινήσει τη ζωή της μαζί του. Να μην τη φάει ο χειμώνας. Το τελευταίο βράδυ τον συνάντησε πάλι μεθυσμένο να κάθεται οκλαδόν και να καπνίζει. Χώθηκε μέσα στα πόδια του. Εκείνος την χάϊδευε αλλά αυτή δεν του ανταπόδωσε με γουργούρισμα. Εκείνη τη στιγμή ξεπρόβαλε ο γάτος. Τεράστιος, ζηλόφθον, τίγρης, a-male.Της έφαγε το τελευταίο γεύμα από το πιάτο και κοιτούσε τον ανταγωνιστή του στα μάτια άγρια. Η  γατούλα με ένα σάλτο έφυγε από τα γόνατά του και τον ακολούθησε σαν πιστή γκόμενα. Ακόμα του λείπει. Χυλόπιτα από γάτα.





Σάββατο 1 Σεπτεμβρίου 2012

sweet nights under the dark sky episode #35 Η πρώτη απώλεια.



Ήταν ένα μικρό παιδί. Πήγαινε στα νήπια εδώ και λίγους μήνες. Τα υπόλοιπα παιδάκια ήταν αόρατα για εκείνον. Οι γονείς του τον αγαπούσαν τόσο, που κάθε 2η Πέμπτη του έπαιρναν και ένα παιχνιδάκι δώρο. Μια Πέμπτη του πήραν το πιο όμορφο παιχνίδι που είχε δει. Ήταν ένα τηλεκατευθυνόμενο αμαξάκι. Το ερωτεύτηκε ακαριαία. Έζησε τις πιο μαγευτικές περιπέτειες μέσα στο κεφαλάκι του καθώς έπαιζε μαζί του. Ήταν ευτυχισμένος. Δεν ήθελε να το αποχωριστεί ούτε μια στιγμή. Και έτσι αναγκάστηκε να το πάρει μαζί του στο σχολείο. Στο πρώτο διάλειμμα δοκίμασε το τηλεκατευθυνόμενο στην άμμο κάτω από την κόκκινη τσουλήθρα. Τα άλλα παιδάκια τον παρακολουθούσαν καθώς το καθοδηγούσε. Στην τάξη μέσα, του ήρθε η πιο ανόητη παρόρμηση να κάνει τη ζωή του πιο ενδιαφέρουσα. Να το θάψει μέσα στην άμμο και να το ξεθάψει στο επόμενο διάλειμμα να δει πόση ώρα θα αντέξει μακρυά του. Και το κανε. Άνοιξε μια μεγάλη λακκούβα και το έχωσε μέσα. Το κουδούνι για μέσα χτύπησε. Η ώρα περνούσε βασανιστικά, έχοντας συνειδητοποιήσει την μαλακία του. Με το που χτύπησε ξανά το κουδούνι έφυγε σφαίρα από την τάξη τρέχοντας στον διάδρομο μέσα σε αγωνία. Πηγαίνει στην κόκκινη κούνια, σκάβει την άμμο και το παιχνιδάκι είχε κάνει φτερά. Έσκαψε και όλες τις υπόλοιπες κούνιες στην μικρή πιθανότητα να είχε ξεχάσει την ακριβή τοποθεσία του θησαυρού του. Γύρισε σπίτι του γεμάτος ενοχές προσπαθώντας να κρύψει το κλάμα του. Πόσο μπούφος...Η πρώτη του απώλεια. Του πήρε πολλά χρόνια μέχρι να πονηρευτεί τους ανθρώπους και να προστατεύει αυτά που αγαπούσε πιο πολύ, καλύτερα.  Ακόμα προσπαθεί.